ΔΕΝ ΘΑ ΣΑΣ ΞΕΧΑΣΟΥΜΕ ΠΟΤΕ...

ΔΕΝ ΘΑ ΣΑΣ ΞΕΧΑΣΟΥΜΕ Π Ο Τ Ε....ΟΛΗ Η ΣΕΛΙΔΑ ΜΑΣ ΑΦΙΕΡΩΝΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΑΔΙΚΟΧΑΜΕΝΟΥΣ ΠΑΛΑΙΜΑΧΟΥΣ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΜΑΣ ΟΜΑΔΑΣ







Μ Π Α Μ Π Η

Κ Υ Π Ε Ζ Η







Π Α Ν Α Γ Ι Ω Τ Η


Τ Ζ Ο Υ Ν Α Ρ Α






Α Κ Η
Χ Α Τ Ζ Η Ν Α











































































































Τρίτη 9 Νοεμβρίου 2010

Την ανιούσα η ζήτηση πετρελαίου ...

Αύξηση 18% αναμένεται να σημειώσει η παγκόσμια ζήτηση για πετρέλαιο το χρονικό διάστημα 2009-2035, κυρίως λόγω των ενεργειακών αναγκών της Κίνας και η τιμή του βαρελιού του πετρελαίου εκτιμάται ότι θα ανέλθει μετά από 25 χρόνια στα 113 δολάρια, μετά από μια μακρά περίοδο έντονων διακυμάνσεων, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση «Παγκόσμιες Ενεργειακές Προοπτικές» που έδωσε την Τρίτη στη δημοσιότητα η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (IEA).

Στην έκθεσή της, η IEA εκτιμά ότι η ζήτηση για πετρέλαιο - εξαιρουμένων των βιοκαυσίμων - θα αγγίξει, το 2035, τα 99 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα περίπου, δηλαδή 15 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα περισσότερα από ό,τι το 2009. Η αύξηση αυτή θα προέλθει σχεδόν στο σύνολο της από τις εκτός ΟΟΣΑ χώρες - θα αντιστοιχεί σε αυτές το 93% της αύξησης - και σχεδόν το 50% της αύξησης θα προέρχεται από την Κίνα. Η Υπηρεσία εκτιμά ότι το διάστημα 2008-20035 η κατανάλωση ενέργειας στην Κίνα θα αυξηθεί κατά 75% καθώς και ότι, το 2035, η ασιατική οικονομία που υποσκέλισε πέρυσι τις ΗΠΑ ως ο μεγαλύτερος καταναλωτής ενέργειας θα αντιπροσωπεύει το 22% της παγκόσμιας ζήτησης, έναντι 17% σήμερα. Αντιθέτως, η ζήτηση στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ θα καταγράψει, την ίδια περίοδο, πτώση κατά περισσότερα από 6 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα.

Όσον αφορά τη συνολική παραγωγή πετρελαίου - συμπεριλαμβανομένου του μη συμβατικού αργού και του υγροποιημένου φυσικού αερίου - θα ανέλθει το 2035 στα 96 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. Η IEA εκτιμά, ωστόσο, ότι η διαδικασία αλλαγών θα επιτρέψει την κάλυψη της ζήτησης. Ως προς την παραγωγή αργού πετρελαίου, οι εκτιμήσεις της Υπηρεσίας κάνουν λόγο για σταθεροποίηση, το 2020, γύρω στα 68 με 69 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, χωρίς να αγγίξει ποτέ το ιστορικό υψηλό των 70 εκατομμυρίων βαρελιών την ημέρα που κατεγράφη το 2006.

Παράλληλα, σημαντική αύξηση αναμένεται να γνωρίσει η παραγωγή πετρελαίου από μη συμβατικές τιμές (πετρελαιώδεις άμμοι, κλπ.) καθώς και η παραγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου. Η Υπηρεσία, που συμβουλεύει για θέματα ενέργειας τις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ, αναμένει έντονες διακυμάνσεις της τιμής του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές βραχυπρόθεσμα, αλλά ανάκαμψή της μακροπρόθεσμα. Η τιμή μπορεί να αγγίξει τα 113 δολάρια το 2035, έναντι σημερινής τιμής πάνω από τα 87 δολάρια, λέει η IEA.

Η παγκόσμια ζήτηση για ενέργεια εκτιμάται ότι θα σημειώσει αύξηση 36%, το χρονικό διάστημα 2008-2035, αυξανόμενη με μέσο ετήσιο ρυθμό 1,2%, βραδύτερο του ετήσιου ρυθμού αύξησης 2% της προηγούμενης εικοσιπενταετίας. Αναμένεται να ανέλθει σε περισσότερους από 16,7 δισεκατομμύρια τόνους ισοδυνάμου πετρελαίου, έναντι 12,3 δισεκατομμυρίων τόνων, το 2008.

Τα ορυκτά καύσιμα θα εξακολουθούν, το 2035, να είναι οι κυρίαρχοι ενεργειακοί πόροι, αλλά το μερίδιό τους στην παγκόσμια ζήτηση για καύσιμα θα συρρικνωθεί στο 28% τα επόμενα 25 χρόνια, έναντι 35%, το 2008. Η εξέλιξη αυτή θα οφείλεται τόσο στις υψηλές τιμές όσο και στις προσπάθειες των κυβερνήσεων να προωθήσουν εναλλακτικά καύσιμα. Κατά συνέπεια, το μερίδιο της πυρηνικής ενέργειας θα αυξηθεί στο 8%, από 6% ενώ το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο 14%, από 7%.

Η κατάργηση των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα θα ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια, θα μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και τη μόλυνση της ατμόσφαιρας και θα φέρει οικονομικά οφέλη, σύμφωνα με την ίδια έκθεση.

Ο επικεφαλής οικονομολόγος της IEA Φατίχ Μπιρόλ παρουσίασε για πρώτη φορά τις εκτιμήσεις της Υπηρεσίας για αυτές τις επιδοτήσεις: ανήλθαν το 2009 στα 312 δισ. δολάρια, κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, σε σύγκριση με συνολικές επιδοτήσεις 57 δισ. δολαρίων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ).

Η κατάργηση, μέχρι το 2020, των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση 5% της παγκόσμιας ζήτησης για ενέργεια και τη μείωση 6% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, όπως υποστηρίζει η IEA. Το μέλλον των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας εξαρτάται από ισχυρά κυβερνητικά μέτρα στήριξης, λέει η Υπηρεσία, δεδομένου του ότι αναμένεται να κορεσθεί τα επόμενα δέκα χρόνια η αγορά με φυσικό αέριο. Στην περίπτωση που επιβεβαιωθεί αυτή η εκτίμηση, οι τιμές των ορυκτών καυσίμων θα συμπιεστούν και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα καταστούν ακόμα λιγότερο ανταγωνιστικές.

«Οι συνολικές επιδοτήσεις στις ανανεώσιμες ανήλθαν, το 2009, στα 57 δισ. δολάρια και το 2015 θα υπερβούν τα 100 δισ. δολάρια, ενώ το 2035 θα αγγίξουν τα 205 δισ. δολάρια», τόνισε ο Φατίχ Μπιρόλ, ο οποίος ήταν ο βασικός συγγραφέας της έκθεσης.

Σύμφωνα με τον κ. Μπιρόλ, η Κίνα θα ηγηθεί της ανάπτυξης όλων των τεχνολογιών ΑΠΕ, συμβάλλοντας «στη συρρίκνωση 20% του κόστους, το διάστημα μέχρι το 2035». Στην έκθεση διατυπώνεται επίσης η εκτίμηση ότι αν υλοποιηθούν οι πολιτικές που ανακοινώθηκαν πρόσφατα για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, οι ΑΠΕ μπορούν, μέχρι το 2035, να προσφέρουν το ένα τρίτο της παγκόσμιας παραγωγής ενέργειας - φθάνοντας τα επίπεδα των λιγνιτανθράκων - σε σύγκριση με το 19%, σήμερα. Γι’ αυτό, θα χρειαστούν συνολικές επενδύσεις ύψους 5,7 τρισ. δολαρίων, λέει η IEA.

Η χρήση των βιοκαυσίμων μπορεί να τετραπλασιαστεί και τα βιοκαύσιμα να αντιστοιχούν στο 8% - έναντι 3% σήμερα - των συνολικών καυσίμων στις μεταφορές, εκτιμά η Υπηρεσία που συμβουλεύει για θέματα ενεργειακής ασφάλειας τις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου